Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀποτέλεσμα
ἀποτελεσματικός
ἀποτελεσματογραφία
ἀποτελεσματολόγος
ἀποτελεστέον
ἀποτελεστικός
ἀποτελευτάω
ἀποτελευτή
ἀποτελεύτησις
ἀποτελέω
ἀποτελωνέομαι
ἀποτεμαχίζω
ἀποτέμνω
ἀπότεξις
ἀποτερατεύομαι
ἀποτερματίζω
ἀποτερματισμός
ἀποτετερματισμένως
ἀποτετραγωνίζω
ἀποτετραίνω
ἀπότευγμα
View word page
ἀποτελωνέομαι
ἀποτελωνέομαι,
A). get discharge from the customs, PLond.ined. 2092 (iii B. C.).


ShortDef

get discharge from the customs

Debugging

Headword:
ἀποτελωνέομαι
Headword (normalized):
ἀποτελωνέομαι
Headword (normalized/stripped):
αποτελωνεομαι
IDX:
14024
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-14025
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀποτελωνέομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">get discharge from the customs, PLond.ined.</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0059.tlg011.perseus-grc1:2092" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0059.tlg011.perseus-grc1:2092/canonical-url/"> 2092 </a> (iii B. C.).</div> </div><br><br>'}