Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀδικητής
ἀδικητικός
ἀδικήω
ἀδικία
ἀδίκιον
ἀδικοδοξέω
ἀδικοδοξία
ἀδικοκρισία
ἀδικομαχέω
ἀδικομαχία
ἀδικόμαχος
ἀδικομήχανος
ἀδικοπήμων
ἀδικοπραγέω
ἀδικοπράγημα
ἀδικοπραγής
ἄδικος
ἀδικότροπος
ἀδικόχειρ
ἀδικοχρήματος
ἁδινός
View word page
ἀδικόμαχος
ἀδῐκό-μαχος
,
ον
, of horses,
A).
obstinate
, X.ap.
AB
344
(perh. fr.
Cyr.
2.2.26
).
ShortDef
obstinate
Debugging
Headword:
ἀδικόμαχος
Headword (normalized):
ἀδικόμαχος
Headword (normalized/stripped):
αδικομαχος
IDX:
1391
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-1392
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀδῐκό-μαχος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, of horses, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">obstinate</span>, X.ap.<span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">AB</span> 344 </span> (perh. fr. <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Cyr.</span> 2.2.26 </span>).</div> </div><br><br>'}