Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀποσείω
ἀποσεμνύνω
ἀποσεύω
ἀποσήθω
ἀποσηκόω
ἀποσημαίνω
ἀποσημάντωρ
ἀποσημειόομαι
ἀποσημείωσις
ἀποσήπομαι
ἀποσήχειν
ἀπόσηψις
ἀποσιγάω
ἀποσίγησις
ἀποσιμόω
ἀποσίμωσις
ἀποσιόομαι
ἀποσιτέω
ἀποσιτία
ἀποσιτίξομαι
ἀποσιτικός
View word page
ἀποσήχειν
ἀποσήχειν
:
ἀπσδιώκειν,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀποσήχειν
Headword (normalized):
ἀποσήχειν
Headword (normalized/stripped):
αποσηχειν
IDX:
13672
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-13673
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀποσήχειν</span>: <span class="foreign greek">ἀπσδιώκειν,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}