Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀποιωνίζομαι
ἀποιωνισμός
ἀποκαθαίρω
ἀποκαθαριεύω
ἀποκαθαρίζω
ἀποκαθάρισμα
ἀποκάθαρμα
ἀποκάθαρσις
ἀποκαθαρτέον
ἀποκαθαρτικός
ἀποκαθέζομαι
ἀποκαθεύδω
ἀποκάθημαι
ἀποκαθίζω
ἀποκάθισμα
ἀποκαθιστάνω
ἀποκαθίστημι
ἀποκαθεστάθην
ἀποκαίνυμαι
ἀποκαίριος
ἀποκαισαρόομαι
View word page
ἀποκαθέζομαι
ἀποκαθέζομαι,
A). sit down, Gloss.


ShortDef

sit down

Debugging

Headword:
ἀποκαθέζομαι
Headword (normalized):
ἀποκαθέζομαι
Headword (normalized/stripped):
αποκαθεζομαι
IDX:
12723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-12724
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀποκαθέζομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">sit down,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}