Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀπεριμάχητος
ἀπεριμέριμνος
ἀπερινόητος
ἀπερίοπτος
ἀπεριόριστος
ἀπεριουσίαστος
ἀπεριπλάνητος
ἀπερίπνευστος
ἀπερίπτυκτος
ἀπερίπτωτος
ἀπερισάλπιγκτος
ἀπερίσκεπτος
ἀπερίσκοπος
ἀπερίσπαστος
ἀπερίσσευτος
ἀπέρισσος
ἀπερισσοτρύφητος
ἀπερίστατος
ἀπερίστικτος
ἀπερίτμητος
ἀπερίτρεπτος
View word page
ἀπερισάλπιγκτος
ἀπερι-σάλπιγκτος, ον,
A). not surrounded by the sound of trumpets, Pyrrhusap. Stob. 4.13.60 .


ShortDef

not surrounded by the sound of trumpets

Debugging

Headword:
ἀπερισάλπιγκτος
Headword (normalized):
ἀπερισάλπιγκτος
Headword (normalized/stripped):
απερισαλπιγκτος
IDX:
11940
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-11941
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀπερι-σάλπιγκτος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">not surrounded by the sound of trumpets,</span> Pyrrhusap.<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Stob.</span> 4.13.60 </span>.</div> </div><br><br>'}