Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀπερίγραπτος
ἀπερίγραφος
ἀπεριέργαστος
ἀπεριεργία
ἀπερίεργος
ἀπερίζομαι
ἀπεριήγητος
ἀπεριήχητος
ἀπεριθλάστως
ἀπερικάθαρτος
ἀπερικάλυπτος
ἀπερίκοπος
ἀπερίκτητος
ἀπερικτύπητος
ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
ἀπερίλυτος
ἀπεριμάχητος
ἀπεριμέριμνος
ἀπερινόητος
ἀπερίοπτος
View word page
ἀπερικάλυπτος
ἀπερι-κάλυπτος [κᾰ], ον,
A). uncovered, exposed, in Adv. -τως undisguisedly, Hld. 8.5 .


ShortDef

uncovered, exposed

Debugging

Headword:
ἀπερικάλυπτος
Headword (normalized):
ἀπερικάλυπτος
Headword (normalized/stripped):
απερικαλυπτος
IDX:
11923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-11924
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀπερι-κάλυπτος</span> <span class="pron greek">[κᾰ]</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">uncovered, exposed,</span> in Adv. <span class="quote greek">-τως</span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">undisguisedly,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0658.tlg001:8:5" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0658.tlg001:8.5/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hld.</span> 8.5 </a> .</div> </div><br><br>'}