Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀπαρθρόομαι
ἀπάρθρωσις
ἀπαριθμέω
ἀπαρίθμησις
ἀπαρίνη
ἀπαρινής
ἀπάριστα
ἀπαριστάω
ἀπαρκέω
ἀπαρκής
ἀπαρκίας
ἀπαρκούντως
ἀπαρκτεῖν
ἀπαρκτέον
ἀπαρκτίας
ἀπάρκτιος
ἀπαρνέομαι
ἀπάρνησις
ἀπαρνητής
ἀπαρνητικός
ἄπαρνος
View word page
ἀπαρκίας
ἀπαρκίας,
A). v. ἀπαρκτίας.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀπαρκίας
Headword (normalized):
ἀπαρκίας
Headword (normalized/stripped):
απαρκιας
IDX:
11536
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-11537
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀπαρκίας</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">ἀπαρκτίας.</span> </div> </div><br><br>'}