Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χρυσοπάρυφος
χρυσόπαστος
χρυσόπατρος
χρυσοπάτωρ
χρυσοπέδιλος
χρυσόπεπλος
χρυσοπέταλος
χρυσοπήληξ
χρυσοπήνιτος
χρυσόπηχυς
χρυσόπλευρος
χρυσοπλόκαμος
χρύσοπλος
χρυσοπλύσιον
χρυσοποιία
χρυσοποίκιλος
χρυσοποίκιλτος
χρυσοποιός
χρυσόποκος
χρυσόπολις
χρυσόπους
View word page
χρυσόπλευρος
χρῡσό-πλευρος, ,
A). = σάλπη , Gloss.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χρυσόπλευρος
Headword (normalized):
χρυσόπλευρος
Headword (normalized/stripped):
χρυσοπλευρος
IDX:
114928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-114929
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χρῡσό-πλευρος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">σάλπη</span> , <span class="title" style="font-style: italic;">Gloss.</span> </div> </div><br><br>'}