Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χρηματουργία
χρηματοφθορικός
χρηματοφυλάκιον
χρηματοφύλαξ
χρήμη
χρημοσύνη
χρῆν
χρήννυμι
χρῆος
χρῇς
χρῄσδω
χρησιμεύω
χρησιμολογέω
χρησιμολογία
χρήσιμος
χρησιμότης
χρῆσις
χρησμαγόρης
χρησμηγορέω
χρησμηγόρος
χρησμογράφιον
View word page
χρῄσδω
χρῄσδω, Dor. for χρῄζω.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χρῄσδω
Headword (normalized):
χρῄσδω
Headword (normalized/stripped):
χρησδω
IDX:
114637
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-114638
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χρῄσδω</span>, Dor. for <span class="foreign greek">χρῄζω.</span> </div><br><br>'}