Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χρηματοδαίτης
χρηματοποιός
χρηματουργία
χρηματοφθορικός
χρηματοφυλάκιον
χρηματοφύλαξ
χρήμη
χρημοσύνη
χρῆν
χρήννυμι
χρῆος
χρῇς
χρῄσδω
χρησιμεύω
χρησιμολογέω
χρησιμολογία
χρήσιμος
χρησιμότης
χρῆσις
χρησμαγόρης
χρησμηγορέω
View word page
χρῆος
χρῆος, τό, Dor. for χρέυς.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χρῆος
Headword (normalized):
χρῆος
Headword (normalized/stripped):
χρηος
IDX:
114635
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-114636
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χρῆος</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dor. for <span class="foreign greek">χρέυς.</span> </div><br><br>'}