Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χρηματίτης
χρηματοδαίτης
χρηματοποιός
χρηματουργία
χρηματοφθορικός
χρηματοφυλάκιον
χρηματοφύλαξ
χρήμη
χρημοσύνη
χρῆν
χρήννυμι
χρῆος
χρῇς
χρῄσδω
χρησιμεύω
χρησιμολογέω
χρησιμολογία
χρήσιμος
χρησιμότης
χρῆσις
χρησμαγόρης
View word page
χρήννυμι
χρήννυμι and χρημᾰτο-ύω,
A). v. χράω (B) B.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χρήννυμι
Headword (normalized):
χρήννυμι
Headword (normalized/stripped):
χρηννυμι
IDX:
114634
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-114635
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χρήννυμι</span> and <span class="orth greek">χρημᾰτο-ύω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">χράω</span> (B)<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">B.</span> </span> </div> </div><br><br>'}