Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χρέεσθαι
χρεία
χρειακός
χρεῖος
χρεῖος
χρειοφελέτης
χρειόω
χρειώ
χρειώδης
χρείων
χρείως
χρεμέδα
χρεμέθω
χρεμετίζω
χρεμέτισμα
χρεμετισμός
χρεμετιστικός
χρέμης
χρεμίζω
χρεμίς
χρέμμα
View word page
χρείως
χρείως· δέησις, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χρείως
Headword (normalized):
χρείως
Headword (normalized/stripped):
χρειως
IDX:
114557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-114558
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χρείως·</span> <span class="foreign greek">δέησις,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}