Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χολίκιον
χολικός
χόλιξ
χόλιον
χόλιος
χολλάς
χολλείδης
χολοβαφής
χολοβάφινος
χολόβαφος
χολοδεκτικός
χολοδόχος
χολοειδής
χολόεις
χολοίβαφος
χολοιβόρος
χολοποιός
χόλος
χολόω
χολώδης
χολώομαι
View word page
χολοδεκτικός
χολο-δεκτικός, , όν, =
A). irascibilis, Gloss.


ShortDef

irascibilis

Debugging

Headword:
χολοδεκτικός
Headword (normalized):
χολοδεκτικός
Headword (normalized/stripped):
χολοδεκτικος
IDX:
114345
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-114346
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χολο-δεκτικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, = <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">irascibilis,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}