Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χλωρίων
χλωροβοτάνη
χλωροειδής
χλωρόκομος
χλωροκυρτίς
χλωρομέλας
χλωροποιός
χλωρόπτιλος
χλωρός
χλωροσαῦρα
χλωροστρουθίον
χλωρότης
χλωρότομος
χλωρότυρα
χλωροφαγέω
χλωροφάγος
χλωροφυλακία
χνάσμι
χναῦμα
χναυρός
χναυστικός
View word page
χλωροστρουθίον
χλωρο-στρουθίον, τό, =
A). galucis, Gloss. (dub.).


ShortDef

galucis

Debugging

Headword:
χλωροστρουθίον
Headword (normalized):
χλωροστρουθίον
Headword (normalized/stripped):
χλωροστρουθιον
IDX:
114222
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-114223
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χλωρο-στρουθίον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, = <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">galucis,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> (dub.).</div> </div><br><br>'}