Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χίραμα
χιράς
χιτάναλλον
χιτών
χιτωνάριον
χιτώνη
χιτωνία
χιτώνιον
χιτωνισκάριον
χιτωνίσκιον
χιτωνίσκος
κιθωνίσκος
χιωδῶς
χιών
χλαβός
χλάδω
χλαῖνα
χλαινηφόρος
χλαινίζω
χλαινίον
χλαινιστής
View word page
χιτωνίσκος
χῐτων-ίσκος, (


ShortDef

a short frock

Debugging

Headword:
χιτωνίσκος
Headword (normalized):
χιτωνίσκος
Headword (normalized/stripped):
χιτωνισκος
IDX:
114080
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-114081
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χῐτων-ίσκος</span>, <span class="foreign greek">ὁ </span>(</div><br><br>'}