Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χέρεσσι
χεριάρης
χέριον
χεριφυρής
χέρμα
χερμάδιον
χερμάζω
χερμάς
χερμαστήρ
χερμάτης
χερματιστής
χέρνα
Χέρνασος
χερνής
χερνήτης
χερνητικός
χερνῆτις
χερνήτωρ
χερνιβεῖον
χερνίβιον
χέρνιβον
View word page
χερματιστής
χερμ-ατιστής· λίθος χειροπληθής, καὶ δίσκος βακχεῖος, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χερματιστής
Headword (normalized):
χερματιστής
Headword (normalized/stripped):
χερματιστης
IDX:
113789
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-113790
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χερμ-ατιστής·</span> <span class="foreign greek">λίθος χειροπληθής, καὶ δίσκος βακχεῖος,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}