Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
χειρολαβίς
χειρολογέω
χειρολυχνία
χειρόμακτρον
χειρόω1
χειρόμαντις
χειρομάππιον
χειρομάχα
χειρομαχέω
χειρομαχία
χειρομήριον
χειρομύλη
χειρομύλιον
χειρόμυλον
χειρόνιβον
χειρόνιπτρον
χειρονομέω
χειρονομησείω
χειρονομία
χειρόνομος
χειρόνως
View word page
χειρομήριον
χειρο-μήριον
,
τό
,
A).
gloss on
ῥυκάνη
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
χειρομήριον
Headword (normalized):
χειρομήριον
Headword (normalized/stripped):
χειρομηριον
IDX:
113644
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-113645
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χειρο-μήριον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">ῥυκάνη</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}