Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χειρεργάτης
χειρητής
χειρλάω
χειρίδιον
χειριδόομαι
χειριδωτός
χειρίζω
χειρικός
χείριξις
χείριος
χειριπέδα
χειρίς
χείρισμα
χειρισμογράφος
χειρισμός
χειρίσοφος
χειριστέον
χειριστεύω
χειριστής
χειριστικόν
χείριστος
View word page
χειριπέδα
χειρ-ῐπέδα, Boeot.
A). = χειροπέδη , IG 7.2420.27 (Thebes, iii B.C.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χειριπέδα
Headword (normalized):
χειριπέδα
Headword (normalized/stripped):
χειριπεδα
IDX:
113581
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-113582
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χειρ-ῐπέδα</span>, Boeot. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">χειροπέδη</span> , <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 7.2420.27 </span> (Thebes, iii B.C.).</div> </div><br><br>'}