Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
χαρακίτης
χαρακοβολία
χαρακολογέω
χαρακοποιέομαι
χαρακοποιία
χαρακόω
χαρακτήρ
χαρακτηριάζω
χαρακτηρίζω
χαρακτηρικός
χαρακτήρισμα
χαρακτηρισμός
χαρακτηριστέον
χαρακτηριστικός
χαράκτης
χαρακτός
χαράκωμα
χαρακών
χαράκωσις
χαραμβαλιαστύς
χαραμός
View word page
χαρακτήρισμα
χαρακτήρ-ισμα
,
ατος
,
τό
,
A).
=
χαρακτήρ
11.5
, in pl.,
ποιητῶν
Tz.
Proll. Hes., Proll.Lyc.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
χαρακτήρισμα
Headword (normalized):
χαρακτήρισμα
Headword (normalized/stripped):
χαρακτηρισμα
IDX:
113350
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-113351
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χαρακτήρ-ισμα</span>, <span class="itype greek">ατος</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">χαρακτήρ</span> <span class="bibl"> 11.5 </span>, in pl., <span class="quote greek">ποιητῶν</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Tz.</span> </span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">Proll. Hes., Proll.Lyc.</span> </div> </div><br><br>'}