Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

χαμαιλεύκη
χαμαιλεχής
χαμαιλέων
χαμαιλίβανος
χαμαίλυκος
χαμαιμηλᾶτον
χαμαιμηλέλαιον
χαμαιμήλινος
χαμαίμηλον
χαμαιμυρσίνη
χαμαιμύρτη
χαμαιπέτεια
χαμαιπετέω
χαμαιπετής
χαμαιπεύκη
χαμαίπιτυς
χαμαιπλάτανος
χαμαίπους
χαμαιράφανος
χαμαιρεπής
χαμαιριφής
View word page
χαμαιμύρτη
χᾰμαι-μύρτη, , = foreg., dub. l. in Dsc. 4.144 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χαμαιμύρτη
Headword (normalized):
χαμαιμύρτη
Headword (normalized/stripped):
χαμαιμυρτη
IDX:
113252
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-113253
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">χᾰμαι-μύρτη</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, = foreg., dub. l. in <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 4.144 </span>.</div><br><br>'}