Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
φωταγωγέω
φωταγωγία
φωταύγεια
φώταυγος
φωτεινοειδής
φωτεινός
φωτίγγιον
φωτιγγιστής
φῶτιγξ
φωτίζω
φώτιον
φώτισις
φώτισμα
φωτισμός
φωτιστήριον
φωτιστικός
φωτοβίας
φωτοβολία
φωτοδότης
φωτοειδής
φωτοθυρίς
View word page
φώτιον
φώτιον·
προσφιλές, ἡδύ,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
φώτιον
Headword (normalized):
φώτιον
Headword (normalized/stripped):
φωτιον
IDX:
112875
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-112876
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φώτιον·</span> <span class="foreign greek">προσφιλές, ἡδύ,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}