Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
φυσιγνώμων
φῦσιγξ
φυσίζοος
φυσίζῳος
φυσίκευμα
φυσικεύομαι
φυσίκιλλος
φυσικλείδιον
φυσικός
φύσιμος
φυσιογνωμία
φυσιογνωμονέω
φυσιογνωμονία
φυσιογνωμονικός
φυσιογνωμοσύνη
φυσιογνώμων
φυσιολογέω
φυσιολόγημα
φυσιολογητέον
φυσιολογία
φυσιολογικός
View word page
φυσιογνωμία
φῠσιογνωμ-ία
, Ion.
-ιη,
ἡ
, perh.
A).
=
φυσιολογία
, cited from Hippocrates by [
Gal.
]
19.530
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
φυσιογνωμία
Headword (normalized):
φυσιογνωμία
Headword (normalized/stripped):
φυσιογνωμια
IDX:
112695
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-112696
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φῠσιογνωμ-ία</span>, Ion. <span class="foreign greek">-ιη,</span> <span class="gen greek">ἡ</span>, perh. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">φυσιολογία</span> , cited from Hippocrates by [<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span></span>]<span class="bibl"> 19.530 </span>.</div> </div><br><br>'}