Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

φρενωτήριον
φρεσσίλυτος
φρέω
φρεωρυχέω
φρεωρυχία
φρεωρυχικά
φρεώρυχος
φρήν
φρηταῖος
φρηταρχέω
φρήταρχος
φρήτηρ
φρητία
φρήτρη
φρήτριος
φρήτωρ
φρίζω
φρικάζω
φρικαλέος
φρικασμός
φρίκη
View word page
φρήταρχος
φρήταρχ-ος, ,
A). = φρατρίαρχος , ib. 759 (ibid.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φρήταρχος
Headword (normalized):
φρήταρχος
Headword (normalized/stripped):
φρηταρχος
IDX:
112300
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-112301
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φρήταρχ-ος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">φρατρίαρχος</span> , ib. <span class="bibl"> 759 </span> (ibid.).</div> </div><br><br>'}