Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
φιλοστοργέω
φιλοστοργία
φιλόστοργος
φιλοστρατιώτης
φιλόστροφος
φιλοσύγγαμος
φιλοσυγγενής
φιλόσυκος
φιλοσυκοφαντία
φιλοσυμβίωτος
φιλοσύμμαχος
φιλοσυνάγωγος
φιλοσυνέστιος
φιλοσυνήθης
φιλοσυνουσιάζω
φιλοσυνουσιαστής
φιλοσύντομος
φιλοσωκράτης
φιλοσωματέω
φιλοσωματία
φιλοσώματος
View word page
φιλοσύμμαχος
φῐλο-σύμμᾰχος
,
A).
f. l. for
φιλόμαχος
in
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
φιλοσύμμαχος
Headword (normalized):
φιλοσύμμαχος
Headword (normalized/stripped):
φιλοσυμμαχος
IDX:
111500
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-111501
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φῐλο-σύμμᾰχος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> f. l. for <span class="ref greek">φιλόμαχος</span> in <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}