Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀγωνικός
ἀγώνιος
ἀγώνιος
ἀγώνισις
ἀγώνισμα
ἀγωνισμός
ἀγωνιστέον
ἀγωνιστήριος
ἀγωνιστής
ἀγωνιστικός
ἀγωνοδίκης
ἀγωνοθεσία
ἀγωνοθετέω
ἀγωνοθετήρ
ἀγωνοθέτης
ἀγωνοθετικός
ἀγωνοθέτις
ἀγωνοθήκη
ἀγωνολογία
ἄγωνος
ἄγωνος
View word page
ἀγωνοδίκης
ἀγωνο-δίκης
,
ου
,
ὁ
,
A).
judge of the contest
,
Hsch.
ShortDef
judge of the contest
Debugging
Headword:
ἀγωνοδίκης
Headword (normalized):
ἀγωνοδίκης
Headword (normalized/stripped):
αγωνοδικης
IDX:
1109
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-1110
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀγωνο-δίκης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">judge of the contest</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}