Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

φιλεταιρία
φιλεταιρικός
φιλεταίριον
φιλέταιρος
φίλετνος
φιλεύδιος
φιλεύηχος
φιλεύιος
φιλεύλειχος
φίλευνος
φιλευποιία
φιλευριπίδης
φιλεύτακτος
φιλευτράπελος
φιλευφρόσυνος
φιλεύχειλος
φιλευώδης
φιλέφηβος
φιλεχθής
φιλεχθρέω
φίλεχθρος
View word page
φιλευποιία
φιλ-ευποιία, ,
A). v. φιλοποιία.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φιλευποιία
Headword (normalized):
φιλευποιία
Headword (normalized/stripped):
φιλευποιια
IDX:
110957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-110958
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φιλ-ευποιία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">φιλοποιία.</span> </div> </div><br><br>'}