Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

φθινομετόπωρον
φθινοπωρικός
φθινοπωρινός
φθινοπωρίς
φθινοπωρισμός
φθινόπωρον
φθινύθω
φθίνυλλα
φθίνω
φθινώδης
φθινωδικός
φθῖος
φθῖσα
φθισήνωρ
φθίσθαι
φθισιάω
φθισικεύομαι
φθισικός
φθισίμβροτος
φθίσις
φθισίφρων
View word page
φθινωδικός
φθῐν-ωδικός, , όν, = foreg., Id. 17(1).722 , al.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φθινωδικός
Headword (normalized):
φθινωδικός
Headword (normalized/stripped):
φθινωδικος
IDX:
110703
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-110704
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φθῐν-ωδικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, = foreg., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Id.</span> 17(1).722 </span>, al.</div><br><br>'}