Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

φάττα
φαττάγης
φάττιον
φάττος
φαύζω
φαυλεπίφαυλος
φαυλία
φαυλίζω
φαύλιος
φαύλισμα
φαυλισμός
φαυλίστρια
φαυλόβιος
φαυλόνους
φαυλορρημόνως
φαῦλος
φαυλότης
φαυλουργός
φαῦνος
φαυοφόρος
φαυροφόρος
View word page
φαυλισμός
φαυλ-ισμός, , = foreg., ib. Is. 51.7 , al.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φαυλισμός
Headword (normalized):
φαυλισμός
Headword (normalized/stripped):
φαυλισμος
IDX:
110441
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-110442
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φαυλ-ισμός</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, = foreg., ib. <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg048:51:7" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg048:51.7/canonical-url/"> <span class="title" style="font-style: italic;">Is.</span> 51.7 </a>, al.</div><br><br>'}