Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

φαρμακίς
φαρμακίστρια
φαρμακίτης
φαρμακίων
φαρμακοδοσία
φαρμακόεις
φαρμακοθήκη
φαρμακόμαντις
φάρμακον
φαρμακοποιέω
φαρμακοποιία
φαρμακοποιός
φαρμακοποσία
φαρμακοποτέω
φαρμακοπωλέω
φαρμακοπώλης
φάρμακος
φαρμακός
φαρμακοτρίβης
φαρμακοτρίπτης
φαρμακουργός
View word page
φαρμακοποιία
φαρμᾰκο-ποιία, ,
A). preparation of drugs, D.L. 7.117 .


ShortDef

preparation of drugs

Debugging

Headword:
φαρμακοποιία
Headword (normalized):
φαρμακοποιία
Headword (normalized/stripped):
φαρμακοποιια
IDX:
110333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-110334
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φαρμᾰκο-ποιία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">preparation of drugs,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0004.tlg001.perseus-grc1:7:117" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0004.tlg001.perseus-grc1:7.117/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">D.L.</span> 7.117 </a>.</div> </div><br><br>'}