Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

φαντασμάτιον
φαντασμός
φανταστής
φανταστός
φάντης
φαντικός
φαντός
φάντωρ
φανυλός
φάο
φαορκίς
φάος
φαοστασία
φάρ
φαραγγαῖον
φαραγγίτης
φαραγγόω
φαραγγώδης
φάραγξ
φάραι
φαρανίτης
View word page
φαορκίς
φαορκίς· τρυγίς, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φαορκίς
Headword (normalized):
φαορκίς
Headword (normalized/stripped):
φαορκις
IDX:
110273
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-110274
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φαορκίς·</span> <span class="foreign greek">τρυγίς,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}