Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

φαλακριάω
φαλακροειδής
φαλακρόομαι
φαλακρός
φαλακρότης
φαλάκρωμα
φαλάκρωσις
φαλακτόνοιο
φαλάμεσσιν
φαλάνθειος
φαλάνθη
φάλανθος
φαλαντίας
φαλάντωμα
φαλαρίς
φαλαρισμός
φαλαρῖτις
φάλαρον
φάλαρος
φαλεροῦχος
φαληριάω
View word page
φαλάνθη
φαλάνθη· ἐριουργός, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φαλάνθη
Headword (normalized):
φαλάνθη
Headword (normalized/stripped):
φαλανθη
IDX:
110171
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-110172
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φαλάνθη·</span> <span class="foreign greek">ἐριουργός,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}