Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
φακοπτισάνη
φακοπώλιον
φακός
φάκοψις
φακουσιακός
φάκται
φακτονάριον
φακώδης
φάκωσις
φακωτός
φάλα
φαλαγγάρχης
φαλαγγαρχία
φαλαγγηδόν
φαλαγγιάω
φαλαγγιόδηκτος
φαλάγγιον
φαλαγγιόπληκτος
φαλαγγίτης
φαλαγγιτικός
φαλαγγομαχέω
View word page
φάλα
φάλα·
ἡ μικρὰ κάρα,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
φάλα
Headword (normalized):
φάλα
Headword (normalized/stripped):
φαλα
IDX:
110139
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-110140
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">φάλα·</span> <span class="foreign greek">ἡ μικρὰ κάρα,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}