Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὑπουργία
ὑπουργικός
ὑπουργός
ὑπουρέω
ὑπόφαιδρος
ὑποφαίνω
ὑπόφαιος
ὑπόφαιστον
ὑποφακώδης
ὑποφάλακρος
ὑπόφαντις
ὑποφαρμάσσω
ὑπόφασις
ὑποφᾶτις
ὑπόφαυλος
ὑπόφαυσις
ὑποφαύσκω
ὑποφείδομαι
ὑποφειδομένως
ὑποφέρω
ὑποφεύγω
View word page
ὑπόφαντις
ὑπόφαντις,
A). v. ὑποφῆτις.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπόφαντις
Headword (normalized):
ὑπόφαντις
Headword (normalized/stripped):
υποφαντις
IDX:
109467
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-109468
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὑπόφαντις</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">ὑποφῆτις.</span> </div> </div><br><br>'}