Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὑπομερισμός
ὑπόμεστος
ὑπομεταφέρομαι
ὑπομετέωρος
ὑπομήκης
ὑπομηκύνω
ὑπομηλαφάω
ὑπομηλίζω
ὑπομήλινος
ὑπομηλίς
ὑπομήρια
ὑπομήτριος
ὑπομίαρος
ὑπομιλτόομαι
ὑπομιμέομαι
ὑπομιμνήσκω
ὑπόμισθος
ὑπομίσθωσις
ὑπομισθωτής
ὑπομνάομαι
ὑπομνεία
View word page
ὑπομήρια
ὑπομήρια, =
A). intertrigines, Gloss.


ShortDef

intertrigines

Debugging

Headword:
ὑπομήρια
Headword (normalized):
ὑπομήρια
Headword (normalized/stripped):
υπομηρια
IDX:
108781
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-108782
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὑπομήρια</span>, = <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">intertrigines,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}