Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ὑπόμαστρος
ὑπομάσχαλος
ὑπόμαυρος
ὕπομβρος
ὑπομεθύω
ὑπόμειγμα
ὑπομείγνυμι
ὑπομειδιάω
ὑπομειόομαι
ὑπομείων
ὑπομέλαθρα
ὑπομελαίνω
ὑπομελανδρυώδης
ὑπομελανίζω
ὑπομέλας
ὑπομέμφομαι
ὑπομεμψίμοιρος
ὑπομενετέον
ὑπομενετικός
ὑπομενετός
ὑπομενητός
View word page
ὑπομέλαθρα
ὑπομέλαθρα·
Ἀρτέμιδος ἐπίθετον, ὡς ὁ Μύνδιος
(i. e. Alex.Mynd.),
Hsch.
ShortDef
epithet of Artemis
Debugging
Headword:
ὑπομέλαθρα
Headword (normalized):
ὑπομέλαθρα
Headword (normalized/stripped):
υπομελαθρα
IDX:
108759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-108760
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὑπομέλαθρα·</span> <span class="foreign greek">Ἀρτέμιδος ἐπίθετον, ὡς ὁ Μύνδιος</span> (i. e. Alex.Mynd.), <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}