Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ὑπόδοσις
ὑπόδουπος
ὑποδοχεῖον
ὑποδοχεύς
ὑποδοχή
ὑποδόχιον
ὑπόδοχον
ὑπόδρᾰ
ὑποδραματομργέω
ὑποδράξ
ὑποδρασίας
ὑποδράσσομαι
ὑποδράω
ὑποδρήσσω
ὑποδρηστήρ
ὑπόδριμυς
ὑποδρομέω
ὑποδρομή
ὑπόδρομος
ὑπόδρομος
ὑπόδροσος
View word page
ὑποδρασίας
ὑποδρασίας·
τὰς ἔχθρας,
Hsch.
:
ὑποδρασίη
:
ὑποψία,
Id.: cf.
ὑπαιδράσειαν.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑποδρασίας
Headword (normalized):
ὑποδρασίας
Headword (normalized/stripped):
υποδρασιας
IDX:
108337
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-108338
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὑποδρασίας·</span> <span class="foreign greek">τὰς ἔχθρας,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span></span>: <span class="foreign greek">ὑποδρασίη</span>: <span class="foreign greek">ὑποψία,</span> Id.: cf. <span class="foreign greek">ὑπαιδράσειαν.</span> </div><br><br>'}