Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὑπερικόν
ὑπερικταίνοντο
ὑπερινάω
ὑπερίνησις
ὑπέρινος
Ὑπεριονίδης
ὑπερίππια
ὑπερίπταμαι
ὑπερισθμίζω
ὑπερίσταμαι
ὑπερίστιον
ὑπερίστωρ
ὑπέρισχνος
ὑπερίσχυρος
ὑπερισχύω
ὑπερίσχω
Ὑπερίων
ὑπερκαγχάζω
ὑπερκαθαίρομαι
ὑπερκάθαρσις
ὑπερκαθέζομαι
View word page
ὑπερίστιον
ὑπερίστιον, τό,
A). top of distaff, EM 424.48 .


ShortDef

top of distaff

Debugging

Headword:
ὑπερίστιον
Headword (normalized):
ὑπερίστιον
Headword (normalized/stripped):
υπεριστιον
IDX:
107591
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-107592
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὑπερίστιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">top of distaff,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">EM</span> 424.48 </span>.</div> </div><br><br>'}