Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὑπεργηράω
ὑπεργήρως
ὑπεργίγνομαι
ὑπεργνήσιος
ὑπέργομος
ὕπεργος
ὑπεργραφή
ὑπεργράφω
ὑπεργύϊον
ὑπερδάκνω
ὑπερδαπανάω
ὑπερδαπάνημα
ὑπερδάπανον
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδειπνέω
ὑπερδεκαπλάσιος
ὑπερδεκατάλαντος
View word page
ὑπερδαπανάω
ὑπερδᾰπᾰν-άω,
A). v. ὑπερδάπανον.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑπερδαπανάω
Headword (normalized):
ὑπερδαπανάω
Headword (normalized/stripped):
υπερδαπαναω
IDX:
107369
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-107370
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὑπερδᾰπᾰν-άω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">ὑπερδάπανον.</span> </div> </div><br><br>'}