Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὐνθύω
ὕνιον
ὕνις
ὑννάς
ὑννιμάχος
ὕννος
ὑντετράστιαν
ὐντίθημι
ὕντωσε
ὑοβοσκός
ὑοβότης
ὑοειδής
ὑοθεσία
ὑολλός
ὑομεμνία
ὑομουσία
ὑοποΐα
ὑόπρῳρος
ὑοπώλης
ὑός
ὑοσαλακωνία
View word page
ὑοβότης
ὑο-βότης· συοβόσκης, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑοβότης
Headword (normalized):
ὑοβότης
Headword (normalized/stripped):
υοβοτης
IDX:
106749
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-106750
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὑο-βότης·</span> <span class="foreign greek">συοβόσκης,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}