Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὑδατόρρυτος
Ὑδατοσύδνη
ὑδατοτρεφής
ὑδατόχλοος
ὑδατόχλωρος
ὑδατόχολος
ὑδατόχροος
ὑδατόω
ὑδατώδης
ὑδατώλενος
ὑδείω
ὑδεραίνω
ὑδερίασις
ὑδεριάω
ὑδερικός
ὑδεριώδης
ὑδερόομαι
ὕδερος
ὑδερώδης
ὑδέω
ὕδη
View word page
ὑδείω
ὑδείω, Ep. for ὑδέω.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑδείω
Headword (normalized):
ὑδείω
Headword (normalized/stripped):
υδειω
IDX:
106309
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-106310
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὑδείω</span>, Ep. for <span class="foreign greek">ὑδέω.</span> </div><br><br>'}