Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τυρίσκος
τυρίτης
τύρμα
τυρνες
τυροβόλιον
τυροβόλος
τυρογλύφος
τυρόεις
τύροκλεψ
τυρόκνηστις
τυροκνηστεῖ
τυροκομεῖον
τυροκομέω
τυροκόσκινον
τυρόμαντις
τυρόνωτος
τυροξόος
τυροποιέω
τυροποιία
τυροποιικός
τυροποιός
View word page
τυροκνηστεῖ
τυροκνηστεῖ (as if from -τεύς) Gal. 19.112 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τυροκνηστεῖ
Headword (normalized):
τυροκνηστεῖ
Headword (normalized/stripped):
τυροκνηστει
IDX:
105998
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-105999
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τυροκνηστεῖ</span> (as if from <span class="foreign greek">-τεύς</span>) <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 19.112 </span>.</div><br><br>'}