Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Τρῳάς
τρωγάλια
τρώγανα
τρώγλη
τρωγλίτης
τρωγλῖτις
τρωγλοδύνων
τρωγλοδυτέω
τρωγλοδύτης
τρωγλοδυτικός
τρωγλοδύτις
τρωγλόδυτος
τρωγλύδριον
τρῶγμα
τρωγμός
Τρωγοδύται
Τρωγοδύτις
τρώγω
τρώζειν
Τρωΐαθεν
Τρωϊάς
View word page
τρωγλοδύτις
τρωγλο-δύτις,
A). v. τρωγλῖτις.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τρωγλοδύτις
Headword (normalized):
τρωγλοδύτις
Headword (normalized/stripped):
τρωγλοδυτις
IDX:
105774
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-105775
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τρωγλο-δύτις</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">τρωγλῖτις.</span> </div> </div><br><br>'}