Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τροχόεις
τροχοκουράς
τροχοπαικτέω
τροχοπέδη
τροχοποιέω
τροχός
τροχός
τροχώδης
τρόχωσις
ώσεις
τροχωτός
τρύβλιον
τρυγαβόλια
τρυγάνη
τρυγάω
τρύγγας
τρυγέρανος
τρυγερός
τρυγέω
τρύγη
τρύγημα
View word page
τροχωτός
τροχ-ωτός, όν, v. τροχός, 11 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τροχωτός
Headword (normalized):
τροχωτός
Headword (normalized/stripped):
τροχωτος
IDX:
105633
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-105634
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τροχ-ωτός</span>, <span class="itype greek">όν</span>, v. <span class="foreign greek">τροχός, </span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg2580.tlg003:11" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg2580.tlg003:11/canonical-url/"> 11 </a>.</div><br><br>'}