Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τρισδύστηνος
τρισεινάς
τρισέληνος
τρισέλικτος
τρισεξάγιστος
τρισεξώλης
τρισέπαρχος
τρισεπιβάρβαρος
τρισευδαίμων
τρίσεφθος
τρισέχθιστος
τρισέωλος
τρισήμερος
τρίσημος
τρισκαίδεκα
τρισκαιδεκάκις
τρισκακοδαίμων
τρίσκαλμος
τρισκατάπτυστος
τρισκατάρατος
τρισκεκορημένος
View word page
τρισέχθιστος
τρῐς-έχθιστος, ον,
A). thrice-detested, Phryn. PS p.112B.


ShortDef

thrice-detested

Debugging

Headword:
τρισέχθιστος
Headword (normalized):
τρισέχθιστος
Headword (normalized/stripped):
τρισεχθιστος
IDX:
105214
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-105215
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τρῐς-έχθιστος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">thrice-detested,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1608.tlg001:p.112B" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1608.tlg001:p.112B/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Phryn.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">PS</span> p.112B. </a> </div> </div><br><br>'}