Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τριηρίτης
τριηριτικός
τρίηρον
τριηρονόμος
τριηροποιικός
τριηροποιός
τριθάλασσος
τριθάλεια
τριθαλής
τριθαλλίαι
τριθέλυμνος
τρίθετος
τριθημέρη
τριθημερινός
τρίθυρον
τρίιππον
τρικαλάμιος
τρικαλίνδητος
Τρικάρανος
τρικάρηνος
τρίκαρπος
View word page
τριθέλυμνος
τρῐ-θέλυμνος,
A). gloss on τρίπτυχος , Eust. 849.5 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τριθέλυμνος
Headword (normalized):
τριθέλυμνος
Headword (normalized/stripped):
τριθελυμνος
IDX:
104952
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-104953
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τρῐ-θέλυμνος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">τρίπτυχος</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:849:5" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:849.5/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Eust.</span> 849.5 </a>.</div> </div><br><br>'}