Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
τριακοντάσημος
τριακονταστάδιος
τριακοντάσχοινος
τριακοντατέσσαρες
τριακοντατρεῖς
τριακοντάφυλλος
τριακονταχοίνικος
τριακοντάχους
τριακοντάχρονος
τριακόντερος
τριακοντετηρίς
τριακοντέτης
τριακοντήρης
τριακοντόδραχμος
τριακοντοέτης
τριακοντόκωπος
τριακοντόριον
τριακόντορος
τριακοντούτης
τριακοντώρυγος
τριακοσιεξήκοντα
View word page
τριακοντετηρίς
τρῐᾱκοντ-ετηρίς
,
ίδος
,
ἡ
,
A).
=
τριακονταετηρίς
, Wilcken
Chr.
109.7
(iii B. C.).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τριακοντετηρίς
Headword (normalized):
τριακοντετηρίς
Headword (normalized/stripped):
τριακοντετηρις
IDX:
104766
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-104767
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τρῐᾱκοντ-ετηρίς</span>, <span class="itype greek">ίδος</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">τριακονταετηρίς</span> , Wilcken <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Chr.</span> 109.7 </span> (iii B. C.).</div> </div><br><br>'}