Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
τράχω
τραχώδης
τράχωμα
τραχωματικός
τραχών
τρέ
τρεῖος
τρεῖς
τρία
τρεισκαίδεκα
τρεισκαιδεκάγωνος
ἐτης
τρεισκαιδεκάκλινος
τρεισκαιδεκάμετρος
τρεισκαιδεκάμηνος
τρεισκαιδεκαπάλαστος
τρεισκαιδεκάπηχυς
τρεισκαιδεκαπλασίων
τρεισκαιδεκαστάσιος
τρεισκαιδεκασύλλαβος
τρεισκαιδεκαταῖος
View word page
τρεισκαιδεκάγωνος
τρεισκαιδεκά-γωνος
[ᾰ]
,
ον
,
A).
thirteen-sided,
Hero
*Geep.
163
.
ShortDef
thirteen-sided
Debugging
Headword:
τρεισκαιδεκάγωνος
Headword (normalized):
τρεισκαιδεκάγωνος
Headword (normalized/stripped):
τρεισκαιδεκαγωνος
IDX:
104648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-104649
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τρεισκαιδεκά-γωνος</span> <span class="pron greek">[ᾰ]</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">thirteen-sided,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hero</span> </span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">*Geep.</span> <span class="bibl"> 163 </span>.</div> </div><br><br>'}