Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀντιπροβολή
ἀντιπροεῖδον
ἀντιπρόειμι
ἀντιπροηγέομαι
ἀντιπροθυμέομαι
ἀντίπροικα
ἀντιπροικῷον
ἀντιπροΐσχομαι
ἀντιπροκαλέομαι
ἀντιπροκαταληπτέον
ἀντιπρόκλησις
ἀντιπροπίνω
ἀντιπροσαγορεύω
ἀντιπροσάγω
ἀντιπροσαμάομαι
ἀντιπροσβάλλομαι
ἀντιπρόσειμι
ἀντιπροσεῖπον
ἀντιπροσελαύνω
ἀντιπροσέρχομαι
ἀντιπροσκαλέομαι
View word page
ἀντιπρόκλησις
ἀντιπρό-κλησις, εως, ,
A). retorting of a πρόκλησις, Hsch.


ShortDef

retorting of a πρόκλησις

Debugging

Headword:
ἀντιπρόκλησις
Headword (normalized):
ἀντιπρόκλησις
Headword (normalized/stripped):
αντιπροκλησις
IDX:
10422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-10423
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀντιπρό-κλησις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">retorting of a</span> <span class="foreign greek">πρόκλησις,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}