Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
τοιουτότης
τοιουτότροπος
τοιουτόχροος
τοιουτώδης
τοῖρ
τοίσδεσι
τοίχαρχος
τοιχάς
τοιχίδιον
τοιχίζω
τοιχίον
τοίχιος
τοιχοβάτης
τοιχογραφία
τοιχοδιφήτωρ
τοιχοδομέω
τοιχόκρανον
τοιχόομαι
τοιχοποιία
τοιχοποιός
τοιχοπυργίσκος
View word page
τοιχίον
τοιχ-ίον
,
τό
, Dim. of
τοῖχος,
IG
14.894
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
τοιχίον
Headword (normalized):
τοιχίον
Headword (normalized/stripped):
τοιχιον
IDX:
104172
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-104173
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τοιχ-ίον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of <span class="foreign greek">τοῖχος,</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 14.894 </span>.</div><br><br>'}