Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

τιθασευτέον
τιθασευτής
τιθασευτικός
τιθασεύτωρ
τιθασεύω
τιθάσιον
τιθασοτρόφος
τιθή
τίθημι
τιθηνεία
τιθηνεύω
τιθηνέω
τιθήνη
τιθήνημα
τιθήνησις
τιθηνητήρ
τιθηνητήριος
τιθηνία
τιθηνοκομητέον
τιθηνόκομον
τιθηνός
View word page
τιθηνεύω
τῐθην-εύω, = sq., Hsch. ( Pass.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
τιθηνεύω
Headword (normalized):
τιθηνεύω
Headword (normalized/stripped):
τιθηνευω
IDX:
103914
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-103915
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">τῐθην-εύω</span>, = sq., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> ( Pass.).</div><br><br>'}